Πέταξε πάνω της
σκόνη από τη μέρα του.
Γίνηκε ιδρώτας πάνω της.
Κι ένα κομμάτι ήλιος.
Ήταν εύκολο για κείνη
να τα κάνει όλα
αυτά τα παράξενα.
Κάποιοι την φοβόταν.
Σιγοψιθύριζαν,
στα καφενεία της πόλης,
πως ήταν μάγισσα .
Εκείνος στον ύπνο του,
χρόνια τώρα,
κάθε βράδυ,
έβλεπε
μια γυναίκα ,
που της έμοιαζε,
να συνομιλεί
με τα κύματα.
Αυτός ήταν ο λόγος
που την πλησίασε,
κρατώντας ένα κοχύλι,
χωρίς να φοβάται .
Θυμάται πως
όταν το έπιασε στα χέρια της
αυτό σώπασε
τους αέρηδες που το φυσούσαν.
Έγινε αεράκι.
Που της γαργαλούσε τα μαλλιά.
Και κείνη δυσανασχετούσε.
Κι όλο τα ‘φτιαχνε.
Του άρεσε να τη βλέπει
να κάνει αυτή τη κίνηση.
25/7/2013
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου