Στο καφενείο χθες λέγανε
πως
στη πόλη κυκλοφορεί κάποιος
που κρατά μια ζυγαριά.
Ζητάει λέει απ΄ τους
περαστικούς
να βάλουν το δάχτυλο το δεξί
στη μια μεριά της
κι απ την άλλη
να ακουμπήσουν
μια δόση σπέρμα
κι έναν αναστεναγμό,
ένα φύλλο, που
κρύβει τη γύμνια τους,
μια σταγόνα πρωτοφανέρωτης
βροχής,
μια επερχόμενη υγρή ανάσα
πάνω στο τζάμι,
μια παλιά φωτογραφία,
ένα κομμάτι κραγιόν που
έμεινε μόνο του,
λέξεις ξεχασμένες
και κάποιες μουγγές,
τα κλειστά βλέφαρα ενός πλανόδιου
ακορντεονίστα
ή εκείνο το σπιρτόκουτο
που κάποτε
το έκαναν παιχνίδι
Θέλει, λέει, ο τρελός, να μάθει
πόσα γραμμάρια ζυγίζουν
« τα γαμημένα ».
Κανείς δεν τον πλησιάζει.
Όλοι τον
Φοβούνται.
«..ρε σεις…
είναι επικίνδυνος ο τύπος..
πρέπει να κάνει κάτι το κράτος…
πως τον αφήνουνε και κυκλοφορεί…»
είπε δυνατά
ο Σταύρος, ο μαρμαράς,
που πάντα κερνάει τη παρέα,
γιατί έχει μαγαζί
απέναντι από το νεκροταφείο
κι οι πελάτες,
εδώ που τα λέμε,
δε του λείπουν ποτέ.
1/10/2013
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου